Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Toadstool
01
δηλητηριώδες μανιτάρι, αμανίτη
common name for an inedible or poisonous agaric (contrasting with the edible mushroom)
Λεξικό Δέντρο
toadstool
toad
stool
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
δηλητηριώδες μανιτάρι, αμανίτη
Λεξικό Δέντρο
toad
stool