Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Timpanist
01
τιμπανιστής, μουσικός που παίζει τύμπανα
a musician who plays the timpani
Παραδείγματα
The timpanist skillfully tuned the drums before the symphony performance.
Ο τιμπανιστής συντονίσε επιδέξια τα τύμπανα πριν από τη συμφωνική παράσταση.
As the timpanist, she was responsible for providing the rhythmic foundation and dramatic accents in the orchestra.
Ως τιμπανίστρια, ήταν υπεύθυνη για την παροχή της ρυθμικής βάσης και των δραματικών τόνων στην ορχήστρα.



























