LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Thyrsopteris
/θˈɪəsˌɒptəɹˌɪs/
/θˈɪəsˌɑːptɚɹˌɪs/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "thyrsopteris"
Thyrsopteris
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a terrestrial tree fern of South America
word family
thyrsopteris
thyrsopteris
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
thyrse
thyroxine
thyroxin
thyrotropin-releasing hormone
thyrotropin-releasing factor
thyrsopteris elegans
thyrsus
thysanocarpus
thysanopter
thysanoptera
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App