LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Thoracic duct
/θɔːɹˈasɪk dˈʌkt/
/θoːɹˈæsɪk dˈʌkt/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "thoracic duct"
Thoracic duct
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the major duct of the lymphatic system
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
thoracic cavity
thoracic aorta
thoracic actinomycosis
thoracic
thoracentesis
thoracic medicine
thoracic nerve
thoracic outlet syndrome
thoracic vein
thoracic vertebra
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App