Binucleate
volume
British pronunciation/baɪnjˈuːklɪˌeɪt/
American pronunciation/baɪnˈuːklɪˌeɪt/

Ορισμός και Σημασία του "binucleate"

binucleate
01

having two nuclei

word family

nuclear

nuclear

Adjective

nucleate

Adjective

binucleate

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store