Tenting
volume
British pronunciation/tˈɛntɪŋ/
American pronunciation/ˈtɛntɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "tenting"

01

the act of encamping and living in tents in a camp

word family

tent

tent

Verb

tenting

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store