Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Telly
01
τηλεόραση, τηλεβόραση
used to refer to a television set
Dialect
British
Παραδείγματα
Let ’s watch something on the telly tonight.
Ας δούμε κάτι στην τηλεόραση απόψε.
He spent the evening relaxing in front of the telly.
Πέρασε το βράδυ χαλαρώνοντας μπροστά από την τηλεόραση.



























