Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Teetotalism
01
πλήρης αποχή από το αλκοόλ, εγκράτεια
the practice of never consuming alcoholic beverages
Λεξικό Δέντρο
teetotalism
teetotal
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
πλήρης αποχή από το αλκοόλ, εγκράτεια
Λεξικό Δέντρο