LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Swop
/swˈɒp/
/swˈɑːp/
Noun (1)
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "swop"
Swop
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
an equal exchange
to swop
ΡΉΜΑ
01
exchange or give (something) in exchange for
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
swoosh
swoop up
swoop down
swoop
swooning
sword
sword and sorcery
sword bean
sword cane
sword dance
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App