Swilling
volume
British pronunciation/swˈɪlɪŋ/
American pronunciation/ˈswɪɫɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "swilling"

01

the drinking of large mouthfuls rapidly

word family

swill

swill

Verb

swilling

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store