LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Suicide bomber
/sˈuːɪsˌaɪd bˈɒmə/
/sˈuːɪsˌaɪd bˈɑːmɚ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "suicide bomber"
Suicide bomber
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a terrorist who blows himself up in order to kill or injure other people
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
suicide
suicidal
sui generis
suhur
suharto
suicide bombing
suicide mission
suicide pact
suicide pill
suicide squeeze
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App