LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Subacute
/sˈʌbɐkjˌuːt/
/ˈsəbəkˈjut/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "subacute"
subacute
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
less than acute; relating to a disease present in a person with no symptoms of it
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
subacid
sub-zero
sub-test
sub-saharan africa
sub-saharan
subacute bacterial endocarditis
subacute inclusion body encephalitis
subacute sclerosing leukoencephalitis
subacute sclerosing panencephalitis
subalpine
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App