Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
streamlined
01
βελτιστοποιημένος, απλοποιημένος
made more efficient by removing unnecessary elements or steps
Παραδείγματα
The streamlined design of the new car reduced drag and improved fuel efficiency.
Το αεροδυναμικό σχέδιο του νέου αυτοκινήτου μείωσε την αντίσταση και βελτίωσε την απόδοση καυσίμων.
The company adopted a streamlined workflow to eliminate unnecessary steps and improve productivity.
Η εταιρεία υιοθέτησε μια απλοποιημένη ροή εργασίας για να εξαλείψει τα περιττά βήματα και να βελτιώσει την παραγωγικότητα.
02
αεροδυναμικός, υδροδυναμικός
designed or arranged to offer the least resistant to air or fluid flow
Παραδείγματα
The streamlined design of the airplane allows it to fly more efficiently through the air.
Το αεροδυναμικό σχέδιο του αεροπλάνου του επιτρέπει να πετάει πιο αποτελεσματικά στον αέρα.
The fish ’s streamlined body helps it swim swiftly in the water.
Το αεροδυναμικό σώμα του ψαριού το βοηθά να κολυμπά γρήγορα στο νερό.
Λεξικό Δέντρο
streamlined
streamline
stream
line



























