LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Stone-deaf
/stˈəʊndˈɛf/
/stˈoʊndˈɛf/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "stone-deaf"
stone-deaf
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
totally deaf; unable to hear anything
word family
stone-deaf
stone-deaf
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
stone-dead hath no fellow
stone-dead
stone-cold
stone-broke
stone-blind
stone-face
stone-gray
stone-wash
stonechat
stonecress
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App