Stockist
volume
British pronunciation/stˈɒkɪst/
American pronunciation/stˈɑːkɪst/

Ορισμός και Σημασία του "stockist"

01

one (as a retailer or distributor) that stocks goods

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store