Stockily
volume
British pronunciation/stˈɒkilɪ/
American pronunciation/stˈɑːkili/

Ορισμός και Σημασία του "stockily"

01

in a strong and solid way

word family

stock

stock

Noun

stocky

Adjective

stockily

Adverb
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store