LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Stick in
/stˈɪk ˈɪn/
/stˈɪk ˈɪn/
Verb (2)
Ορισμός και Σημασία του "stick in"
to stick in
ΡΉΜΑ
01
place, fit, or thrust (something) into another thing
02
insert casually
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
stick horse
stick figure
stick down
stick dance
stick cinnamon
stick in mind
stick insect
stick it out
stick lac
stick neck out
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App