LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Steelman
/stˈiːlmən/
/ˈstiɫmən/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "steelman"
Steelman
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a worker engaged in making steel
word family
steelman
steelman
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
steelmaker
steel-wool soap pad
steel-wool pad
steel-plated
steel wool
steelpan
steelworker
steelworks
steely
steelyard
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App