Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
static electricity
/stˈæɾɪk ɪlɛktɹˈɪsɪɾi/
/stˈatɪk ɪlɛktɹˈɪsɪtˌi/
Static electricity
01
στατικός ηλεκτρισμός, ηλεκτροστατική
a form of electricity generated by friction between two materials, resulting in an imbalance of electric charges on their surfaces
Παραδείγματα
When you shuffle your feet on a carpet, static electricity builds up, causing a shock when you touch a doorknob.
Όταν τρίβετε τα πόδια σας σε ένα χαλί, συσσωρεύεται στατικός ηλεκτρισμός, προκαλώντας ένα σοκ όταν αγγίζετε ένα κουμπί πόρτας.
Rubbing a balloon against your hair creates static electricity, making the balloon stick to walls or attract small objects.
Το τρίψιμο ενός μπαλονιού στα μαλλιά σας δημιουργεί στατικό ηλεκτρισμό, κάνοντας το μπαλόνι να κολλάει στους τοίχους ή να προσελκύει μικρά αντικείμενα.



























