Beneficent
volume
British pronunciation/bˈɛnɪfˌɪsənt/
American pronunciation/ˌbɛnəˈfɪʃənt/

Ορισμός και Σημασία του "beneficent"

beneficent
01

doing or producing good

02

generous in assistance to the poor

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store