spick
spick
spɪk
σπικ
British pronunciation
/spˈɪk/

Ορισμός και σημασία του "spick"στα αγγλικά

01

εντελώς καθαρός, καθαρός σαν κρύσταλλο

completely neat and clean
spick definition and meaning
01

spick (προσβλητικός όρος για άτομα λατινοαμερικανικής καταγωγής), spic (υποτιμητικός όρος για άτομα λατινοαμερικανικής καταγωγής)

(ethnic slur) offensive term for persons of Latin American descent
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store