LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Sobbingly
/sˈɒbɪŋlɪ/
/ˈsɑbɪŋɫi/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "sobbingly"
sobbingly
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
with sobs
word family
sob
sob
Verb
sobbing
Noun
sobbingly
Adverb
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
sobbing
soba
sob stuff
sob story
sob sister
sober
sober as a judge
sober up
sobering
soberly
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App