LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Snowblindness
/snˈəʊblaɪndnəs/
/snˈoʊblaɪndnəs/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "snowblindness"
Snowblindness
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
temporary blindness caused by exposure to sunlight reflected from snow or ice
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
snowbird
snowberry
snowbell
snowbank
snowball effect
snowboard
snowboarder
snowboarding
snowbound
snowcap
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App