LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Sleigh bell
/slˈeɪ bˈɛl/
/slˈeɪ bˈɛl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "sleigh bell"
Sleigh bell
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a bell attached to a sleigh, or to the harness of a horse that is pulling a sleigh
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
sleigh bed
sleigh
sleeveless errand
sleeveless
sleeved
sleight
sleight of hand
sleipnir
slender
slender centaury
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App