Sleeved
volume
British pronunciation/slˈiːvd/
American pronunciation/ˈsɫivd/

Ορισμός και Σημασία του "sleeved"

01

describing the garments that have sleeves

sleeved definition and meaning

sleeved

adj
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store