LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Simonize
/sˈɪmənˌaɪz/
/sˈɪmənˌaɪz/
simonise
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "simonize"
to simonize
ΡΉΜΑ
01
polish with wax
word family
simonize
simonize
Verb
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
simoniz
simone weil
simone de beauvoir
simon says
simon newcomb
simony
simoom
simoon
simp
simper
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App