LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Shush
/ʃˈʌʃ/
/ʃˈʌʃ/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "shush"
to shush
ΡΉΜΑ
01
silence (someone) by uttering `shush!'
Παράδειγμα
In
the
quiet
library
,
the
librarian
shushed
patrons
who
continued
to
blab
,
disrupting
the
studious
atmosphere
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App