Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Shin guard
01
περισκελίδα, προστατευτικό κνήμης
a protective piece of equipment worn over the shin and lower leg to prevent injuries during sports such as soccer, field hockey, or rugby
Παραδείγματα
The soccer player wore shin guards to protect against kicks and collisions during the match.
Ο ποδοσφαιριστής φορούσε προστατευτικά κνημίδων για προστασία από κλοτσιές και συγκρούσεις κατά τη διάρκεια του αγώνα.
Every rugby player on the team wore shin guards to shield their shins during scrums and tackles.
Κάθε παίκτης ράγκμπι στην ομάδα φορούσε προστατευτικά κνήμης για να προστατεύσει τις κνήμες τους κατά τη διάρκεια των scrum και των τακλ.



























