LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Self-respectful
/sˈɛlfɹɪspˈɛktfəl/
/sˈɛlfɹɪspˈɛktfəl/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "self-respectful"
self-respectful
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
having or showing self-esteem
word family
self-respectful
self-respectful
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
self-respect
self-reproof
self-reproach
self-report
self-renunciation
self-respecting
self-restraining
self-restraint
self-righteous
self-righteously
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App