Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Scrubbing
01
τρίψιμο, σκούπισμα
the act of cleaning a surface by rubbing it with a brush and soap and water
Λεξικό Δέντρο
scrubbing
scrub
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
τρίψιμο, σκούπισμα
Λεξικό Δέντρο