Acervate
volume
British pronunciation/ɐsˈɜːveɪt/
American pronunciation/ɐsˈɜːveɪt/

Ορισμός και Σημασία του "acervate"

01

pertaining to a growth of fungi that forms a heaped-up mass

word family

acervate

acervate

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store