Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
saudi
01
σαουδικός, σαουδαραβικός
relating to Saudi Arabia or its people
Παραδείγματα
He is a fluent speaker of the Saudi dialect of Arabic.
Είναι άπταιστος ομιλητής της σαουδικής διαλέκτου της αραβικής γλώσσας.
He is studying Saudi history for his research project.
Μελετά την σαουδική ιστορία για το ερευνητικό του έργο.
Saudi
01
Σαουδάραβας, Κατοίκος της Σαουδικής Αραβίας
someone born or living in Saudi Arabia
Παραδείγματα
The Saudi welcomed us to their home in Riyadh.
Ο Σαουδάραβας μας υποδέχτηκε στο σπίτι του στη Ριάντ.
She spoke with a Saudi about their traditional clothing styles.
Μίλησε με έναν Σαουδάραβα για τα παραδοσιακά ρούχα τους.



























