Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Sarsaparilla
01
ένα ανθρακούχο ποτό με γεύση σαρσαπαρίλλα, ένα αφρώδες ποτό με γεύση σαρσαπαρίλλα
a fizzy drink with sarsaparilla flavor
02
η αποξηραμένη ρίζα των τροπικών φυτών Smilax, παραδοσιακά χρησιμοποιείται για την παραγωγή ποτών
the dried root of tropical Smilax plants, traditionally used to make beverages, medicines, and flavorings. Known for its earthy, slightly sweet taste with vanilla-like notes
Παραδείγματα
Herbalists steep sarsaparilla root in hot water to make a detoxifying tea.
Οι βοτανολόγοι βάζουν τη ρίζα σαρσαπαρίλας σε ζεστό νερό για να φτιάξουν ένα αποτοξινωτικό τσάι.
The recipe called for sarsaparilla root syrup to add depth to the cocktail.
Η συνταγή απαιτούσε σιρόπι από ρίζα σαρσαπαρίλας για να προσθέσει βάθος στο κοκτέιλ.



























