LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Saddle seat
/sˈadəl sˈiːt/
/sˈædəl sˈiːt/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "saddle seat"
Saddle seat
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a chair seat that is slightly concave and sometimes has a thickened ridge in the center
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
saddle roof
saddle pad
saddle oyster
saddle oxford
saddle of lamb
saddle shoe
saddle soap
saddle stitch
saddle stitch binding
saddle stool
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App