Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Russet
01
russet (ένα κοκκινωπό καφέ σπιτικό ύφασμα), κοκκινωπό καφέ ύφασμα
a reddish brown homespun fabric
russet
01
κοκκινωπό καφέ, σκουριασμένο
having a reddish-brown color with a shade of orange
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
russet (ένα κοκκινωπό καφέ σπιτικό ύφασμα), κοκκινωπό καφέ ύφασμα
κοκκινωπό καφέ, σκουριασμένο