Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bathhouse
01
δημόσια λουτρά, κτίριο λουτρών
a building containing public baths
02
λουτρό, εγκατάσταση λουτρού
a building containing dressing rooms for bathers
Λεξικό Δέντρο
bathhouse
bath
house
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
δημόσια λουτρά, κτίριο λουτρών
λουτρό, εγκατάσταση λουτρού
Λεξικό Δέντρο
bath
house