LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Bather
/bˈeɪðɐ/
/ˈbæðɝ/, /ˈbeɪðɝ/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "bather"
Bather
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a person who travels through the water by swimming
02
a person who takes a bath
Παράδειγμα
The
geothermal
hot spring
steamed
gently
,
its
warm
waters
providing
relaxation
for
bathers
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App