Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Round trip
01
ταξίδι μετ' επιστροφής, μετ' επιστροφής
a journey to a destination and back to the point of departure
Παραδείγματα
We booked a round trip to Paris for the weekend.
Κλείσαμε ένα ταξίδι μετ' επιστροφής για το Παρίσι για το σαββατοκύριακο.
He was exhausted after the long round trip to the mountains.
Ήταν εξαντλημένος μετά το μακρύ ταξίδι μετ' επιστροφής στα βουνά.



























