Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Ringway
01
περιφερειακή οδός, δακτύλιος οδών
a highway that encircles an urban area so that traffic does not have to pass through the center
Λεξικό Δέντρο
ringway
ring
way
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
περιφερειακή οδός, δακτύλιος οδών
Λεξικό Δέντρο
ring
way