Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Refined sugar
01
επεξεργασμένη ζάχαρη, καθαρισμένη ζάχαρη
a processed form of sugar that has undergone purification and removal of impurities
Παραδείγματα
She learned various techniques to reduce her dependence on refined sugar in her daily diet.
Έμαθε διάφορες τεχνικές για να μειώσει την εξάρτησή της από το εξευγενισμένο ζάχαρη στην καθημερινή της διατροφή.
They prefer to consume products that are free from refined sugar to maintain a healthier lifestyle.
Προτιμούν να καταναλώνουν προϊόντα που είναι ελεύθερα από επεξεργασμένη ζάχαρη για να διατηρήσουν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής.



























