LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Real stuff
/ɹˈiəl stˈʌf/
/ɹˈiːəl stˈʌf/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "real stuff"
Real stuff
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
informal usage attributing authenticity
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
real storage
real property
real presence
real number
real mccoy
real tennis
real thing
real time
real world
real-estate business
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App