Quick-tempered
volume
British pronunciation/kwˈɪktˈɛmpəd/
American pronunciation/kwˈɪktˈɛmpɚd/

Ορισμός και Σημασία του "quick-tempered"

quick-tempered
01

(of a person) easily and quickly angered or irritated

quick-tempered

adj
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store