Psychotropic
volume
British pronunciation/sˌa‍ɪkə‍ʊtɹˈɒpɪk/
American pronunciation/sˌaɪkoʊtɹˈɑːpɪk/

Ορισμός και Σημασία του "psychotropic"

psychotropic
01

affecting the mind or mood or other mental processes

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store