Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
psychiatric
01
ψυχιατρικός, σχετικός με την ψυχιατρική
relating to the study and treatment of mental illness
Παραδείγματα
She sought psychiatric help to manage her anxiety disorder.
Αναζήτησε ψυχιατρική βοήθεια για να διαχειριστεί τη διαταραχή άγχους της.
Psychiatric medications can help alleviate symptoms of depression.
Τα ψυχιατρικά φάρμακα μπορούν να βοηθήσουν να ανακουφιστούν τα συμπτώματα της κατάθλιψης.
Λεξικό Δέντρο
psychiatric
psychiatr



























