Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Profit sharing
01
μερισμός κερδών, συμμετοχή στα κέρδη
a business arrangement in which a company distributes a portion of its profits to its employees or other stakeholders
Παραδείγματα
The company introduced a profit-sharing plan to reward employees.
Η εταιρεία εισήγαγε ένα σχέδιο κατανομής κερδών για να ανταμείψει τους υπαλλήλους.
The startup ’s profit-sharing model helped boost employee motivation.
Το μοντέλο κατανομής κερδών της startup βοήθησε στην ενίσχυση του κινήτρου των εργαζομένων.



























