LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Posteriority
/pɒstˌiəɹɪˈɒɹɪti/
/pɑːstˌiəɹɪˈɔːɹɪɾi/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "posteriority"
Posteriority
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the quality of being toward the back or toward the rear end
anteriority
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
posterior tibial vein
posterior tibial artery
posterior temporal artery
posterior synechia
posterior subcapsular cataract
posterity
postern
postessive case
postexilic
postfix
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App