LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Polyvinyl resin
/pˌɒlɪvˈɪnaɪl ɹˈɛzɪn/
/pˌɑːlɪvˈɪnaɪl ɹˈɛzɪn/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "polyvinyl resin"
Polyvinyl resin
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a thermoplastic derived by polymerization from compounds containing the vinyl group
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
polyvinyl chloride
polyvinyl acetate
polyvalent
polyvalency
polyvalence
polyvinyl-formaldehyde
polyvision
polyzoa
polyzoan
pom
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App