Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Piquancy
01
πικάντικη γεύση, πικάντικη γεύση
a pleasantly spicy flavor
Παραδείγματα
The dish gained its piquancy from the combination of chili peppers and tangy lime.
Το πιάτο απέκτησε την πικάντικη γεύση του από τον συνδυασμό πιπεριών τσίλι και ξινό lime.
His grandmother ’s recipe for pickles always had the right amount of piquancy, making them irresistible.
Η συνταγή της γιαγιάς του για πίκλες είχε πάντα τη σωστή ποσότητα πικάντικης γεύσης, κάνοντάς τα ακαταμάχητα.
02
αγκομάχη, διεγερτική γεύση
the quality of being agreeably stimulating or mentally exciting
Λεξικό Δέντρο
piquancy
piquance
pique



























