Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
phantasmagorical
01
φαντασμαγορικός, μη πραγματικός
seeming unreal, confusing, and dream-like
Παραδείγματα
Her dream was so phantasmagorical that it felt like stepping into a world where logic had no place.
Το όνειρό της ήταν τόσο φαντασμαγορικό που ένιωθε σαν να μπαίνει σε έναν κόσμο όπου η λογική δεν είχε θέση.
The film 's phantasmagorical scenes blended reality and fantasy, leaving the audience in a state of wonder.
Οι φαντασμαγορικές σκηνές της ταινίας συνδύαζαν πραγματικότητα και φαντασία, αφήνοντας το κοινό σε κατάσταση κατάπληξης.



























