Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to baby-sit
01
φροντίζω παιδιά, εργάζομαι ως μπέιμπι σίτερ
work or act as a baby-sitter
02
φροντίζω, επιβλέπω
take watchful responsibility for
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
φροντίζω παιδιά, εργάζομαι ως μπέιμπι σίτερ
φροντίζω, επιβλέπω